Η περίπτωση κατά την οποία τα παιδιά βαδίζουν με τις μύτες των ποδιών γνωστή επίσης και ως “ιπποποδία” ή “tip toe walking”. Στην περίπτωση ότι δεν υπάρχει μια προφανής παθολογική αιτία, λέμε ότι το παιδί έχει την “ιδιοπαθή ιπποποδία”. Κατά την έναρξη της βάδισης, τα παιδιά συχνά βαδίζουν με τις μύτες αντί να ακουμπήσουν ολόκληρο το πέλμα στο έδαφος. Στην ηλικία των 2 ετών περίπου, αρχίζουν να αναπτύσσουν μορφές βάδισης παρόμοιες με αυτές των ενηλίκων, αλλά η ώριμη βάδιση εδραιώνεται περίπου στα 3 ετών. Αυτό σημαίνει ότι η αρχική φάση της βάδισης, που είναι όταν η πτέρνα αγγίζει το έδαφος, θα πρέπει να εμφανιστεί στην ηλικία των 3 ετών σε ένα φυσιολογικό παιδί. Αν αυτό δεν συμβεί, είναι σημαντικό να αποκλειστούν αρχικά νοσήματα που μπορούν να προκαλέσουν αυτήν την κατάσταση. Τέτοια νοσήματα περιλαμβάνουν τη συγγενή ραιβοϊπποποδία, νευρομυϊκές παθήσεις, τοπικά ανατομικά προβλήματα, μυϊκή δυστροφία και σπάνια, ψυχολογικά αίτια. Συνεπώς, όταν ένα παιδί συνεχίζει να βαδίζει στις μύτες μετά τα 3 χρόνια, πρέπει πρώτα απ’ όλα να αποκλειστεί η ενδεχόμενη ύπαρξη νευρολογικού προβλήματος. Αν πράγματι διαγνωστεί ως ιδιοπαθής ιπποποδία, η θεραπεία εξαρτάται από τη βαρύτητα της κατάστασης. Σε μικρότερα παιδιά, συνήθως συνιστάται μια συνδυασμένη θεραπεία με φυσικοθεραπεία και κνημοποδικό κηδεμόνα. Σε μεγαλύτερα παιδιά, η χειρουργική παρέμβαση είναι μια επιλογή, εάν υπάρχουν ή αναμένονται λειτουργικά προβλήματα στο μέλλον. Συνολικά, όταν ένα παιδί βαδίζει στις μύτες μετά τα 3 χρόνια, πρέπει πρώτα να αποκλειστεί η πιθανότητα νευρολογικού προβλήματος. Αν διαγνωστεί ως ιδιοπαθής ιπποποδία, η θεραπεία πρέπει να εξεταστεί ανάλογα με τη βαρύτητα της κατάστασης και την πιθανή εμφάνιση λειτουργικών προβλημάτων στο μέλλον.