Οι επενδύσεις στα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης πρέπει να αυξηθούν δραστικά, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο μαζικός εξηλεκτρισμός των μεταφορών, της θέρμανσης και της βιομηχανίας, να ενσωματωθούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αντιμετωπιστούν οι απειλές από καιρικές συνθήκες και παγκόσμιες κυβερνοαπειλές. Σύμφωνα με την έρευνα της Eurelectric με τίτλο “Grids forSpeed”, οι επενδύσεις στα δίκτυα θα πρέπει να διπλασιαστούν από τον μέσο όρο των 33 δισ. ευρώ ετησίως σε 67 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2025 έως το 2050. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 20% των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων της ΕΕ το 2023.
Ο εκσυγχρονισμός των δικτύων θα έχει αρκετά οφέλη, όπως τη μείωση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων, τη δημιουργία περισσότερων από 2 εκατομμύρια θέσεων εργασίας, την εξοικονόμηση ενέργειας και την παροχή πιο αξιόπιστης διανομής ενέργειας. Επίσης, θα επιταχύνει την αποανθρακοποίηση της Ευρωπαϊκής οικονομίας. Αναμένεται ότι η ηλεκτρική ενέργεια θα αποτελεί το 60% της συνολικής χρήσης ενέργειας στην Ευρώπη έως το 2050, σε σύγκριση με το 23% που είναι σήμερα. Τα ποσοστά αυτά θα επιτευχθούν από την ανάπτυξη της δυναμικής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Προβλέπεται ότι το 70% της παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα συνδεθεί στο επίπεδο της διανομής.
Με την αύξηση των αιτημάτων για σύνδεση στο δίκτυο, είναι αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός των υποδομών. Για να επιτευχθεί αυτό, οι ετήσιες επενδύσεις σε νέες και εκσυγχρονισμένες υποδομές, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης, πρέπει να φτάσουν τα 67 δισ. ευρώ από το 2025 έως το 2050. Αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 0,4% του ΑΕΠ της ΕΕ. Οι προληπτικές επενδύσεις, η βέλτιστη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και η ευελιξία των δικτύων αποτελούν καινοτόμες στρατηγικές που θα μπορούσαν να μειώσουν το ποσό των επενδύσεων στα 55 δισ. ευρώ ετησίως, εάν εφαρμοστούν σωστά.
Η έλλειψη επενδύσεων θα βάλει σε κίνδυνο τη σύνδεση του 74% των μελλοντικών συνδέσεων με βασικές τεχνολογίες αποανθρακοποίησης, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα (EVs), οι αντλίες θερμότητας και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αντιθέτως, οι επενδύσεις θα επιταχύνουν την εξέλιξη προς τον εξηλεκτρισμό και θα συμβάλουν στη μείωση των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων στην ΕΕ, με αποτέλεσμα εξοικονομεία 309 δισ. ευρώ ετησίως από το 2040 έως το 2050.
Ο Πρόεδρος της Eurelectric και Διευθύνων Σύμβουλος της E.ON, Leonhard Birnbaum, επισημαίνει πως για μια επιτυχημένη ενεργειακή μετάβαση, απαιτείται μια τεράστια αύξηση της χωρητικότητας των δικτύων. Οι επενδύσεις από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής πρέπει να διπλασιαστούν, αν και αυτό θα απαιτήσει σημαντική αύξηση των επενδύσεων. Όμως, το κόστος της μη επένδυσης είναι ακόμη υψηλότερο. Για να προσελκύσουν τους επενδυτές, πρέπει να υπάρχουν ελκυστικές αποδόσεις, τεχνολογία και γρήγορη ηλεκτροδότηση, προκειμένου να διαχειριστούν το κόστος διανομής.
Η αναβάθμιση των δικτύων απαιτεί διπλή προσπάθεια. Οι αρχές πρέπει να εφαρμόσουν τη σχετική νομοθεσία και να προσαρμόσουν το ρυθμιστικό πλαίσιο για να υποστηρίξουν την αύξηση των επενδύσεων. Επιπλέον, πρέπει να εξαλείψουν τα ανώτατα όρια επενδύσεων, να επιταχύνουν τη διαδικασία έγκρισης και προμήθειας για τα δίκτυα και να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο επενδύσεων, προκειμένου να προσελκύσουν ιδιωτική χρηματοδότηση. Επιπλέον, πρέπει να δημιουργηθεί δυνατότητα δημόσιας χρηματοδότησης μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Ο μελλοντικός εκσυγχρονισμός των δικτύων εξαρτάται επίσης από την ικανότητα επέκτασης της αλυσίδας εφοδιασμού. Ακόμη και αν γίνουν οι απαραίτητες επενδύσεις, υπάρχουν εμπόδια όπως η έλλειψη χαλκού, το έλλειμμα ταλέντων, οι εκτεταμένοι χρόνοι παραγωγής και το κόστος των μετασχηματιστών, τα οποία μπορούν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη των υποδομών. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η στρατηγική προγραμματισμού, η συνεργασία μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής και των βιομηχανιών και νέες πρωτοβουλίες εκπαίδευσης για την ανάπτυξη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Η Eurelectric καλεί τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να διασφαλίσουν τις απαραίτητες επενδύσεις στα δίκτυα, να ενισχύσουν την εφοδιαστική αλυσίδα και να εκμεταλλευτούν τα κοινωνικά οφέλη που προσφέρουν οι επενδύσεις στον εκσυγχρονισμό των υποδομών.