Η έκθεση των εμβρύων στην ατμοσφαιρική ρύπανση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των μωρών μετά τη γέννησή τους. Σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε η γιατρός και ερευνήτρια Όλγα Γκορλάνοβα σε διεθνές συνέδριο πνευμονολογίας, η έκθεση των εμβρύων στο ρυπαντικό παράγοντα του διοξειδίου του αζώτου (NO2) που προέρχεται κυρίως από τις εκπομπές των οχημάτων, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση πρωτεϊνών που προστατεύουν από τη φλεγμονή, το στρες και τη γήρανση.
Η έρευνα εστιάστηκε στην ανάλυση 11 πρωτεϊνών που βρέθηκαν στο ομφαλοπλακουντιακό αίμα 449 υγιών νεογέννητων μωρών. Τα αποτελέσματα έδειξαν αυξημένα επίπεδα της πρωτεΐνης Beclin-1, η οποία συνδέεται με την έναρξη της αυτοφαγίας και μειωμένα επίπεδα των πρωτεϊνών SIRT1 και IL-8, οι οποίες διαδραματίζουν προστατευτικό ρόλο στην αντίσταση στο στρες και τη φλεγμονή.
Οι επιστήμονες συμπεραίνουν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση επηρεάζει τις κυτταρικές διεργασίες των εμβρύων και μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία των νεογνών. Επισημαίνεται ότι η μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα βελτίωνε την υγεία των πληθυσμών, μειώνοντας το κόστος που συνδέεται με τη θεραπεία ασθενειών που προκαλούνται από την ρύπανση, αλλά θα βοηθούσε επίσης και το περιβάλλον σε μια εποχή κλιματικής κρίσης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ