Νέα ευρήματα αναδεικνύουν τον σύνδεσμο ανάμεσα στο κοιλιακό λίπος και τη φλεγμονή στον εγκέφαλο, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Radiological Society of North America (RSNA), οι αλλαγές στον εγκέφαλο που σχετίζονται με τη νόσο του Αλτσχάιμερ μπορεί να παρουσιάζονται έως και 15 χρόνια πριν από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων απώλειας μνήμης.
Η μελέτη παρατήρησε ότι άτομα ηλικίας 40 ετών και άνω, με κρυμμένο κοιλιακό λίπος, παρουσίαζαν υψηλότερο ποσοστό μιας τοξικής πρωτεΐνης που ονομάζεται αμυλοειδές. Οι πλάκες β-αμυλοειδούς (beta amyloid plaques) στον εγκέφαλο είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της νόσου του Αλτσχάιμερ. Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι η σύνδεση μεταξύ του σπλαχνικού λίπους και του αμυλοειδούς ήταν μεγαλύτερη στους άνδρες.
Ειδικοί αναφέρουν ότι το λίπος της κοιλιάς έχει ήδη συνδεθεί με τη μικροσκόπιαση των κέντρων μνήμης στον εγκέφαλο, και η παρούσα έρευνα ενισχύει αυτή τη σύνδεση. Ωστόσο, η νέα μελέτη αναδεικνύει τον πιθανό κίνδυνο που συνεπάγεται το σπλαχνικό λίπος και τον συσσωρευμένο αμυλοειδή στον εγκέφαλο.
Το σπλαχνικό λίπος είναι το λίπος που περιβάλλει τα ζωτικά όργανα, όπως το συκώτι, τα έντερα και η καρδιά. Το εν λόγω είδος λίπους θεωρείται επιβλαβές για την υγεία και συνδέεται με πολλά προβλήματα υγείας, όπως ο διαβήτης τύπου 2 και οι καρδιακές παθήσεις.
Μεταξύ των τρόπων μείωσης του σπλαχνικού λίπους περιλαμβάνονται η αποφυγή ή η περιορισμένη κατανάλωση εξαιρετικά επεξεργασμένων τροφίμων, η μείωση του μεγέθους των μερίδων, η αντικατάσταση των ζαχαρούχων ροφημάτων με νερό, ο περιορισμός των επεξεργασμένων κρεάτων και γαλακτοκομικών προϊόντων με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και η διατήρηση μιας τακτικής άσκησης και υγιεινής διατροφής.
Γενικά, τα ευρήματα αυτής της έρευνας προειδοποιούν για τον κίνδυνο που ενέχει το κοιλιακό λίπος και τη φλεγμονή στον εγκέφαλο σχετικά με τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Εφαρμογή υγιεινών συνηθειών διατροφής και ασκήσεων μπορεί να συμβάλει στη μείωση του κοιλιακού λίπους και να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Αλτσχάιμερ.