Ο Ρέιμοντ Κάρβερ, αυτός ο συγγραφέας που έζησε μια ταραγμένη ζωή, τελικά έκαψε λαμπρά το φιτιλάκι του. Παρότι έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις πενήντα ετών, τα έργα του εξακολουθούν να ζουν και να εξασφαλίζουν την αθανασία του. Ως κορυφαίος εκπρόσωπος του “βρόμικου ρεαλισμού”, αναδείχθηκε κατά τη δεκαετία του ’80 και έδωσε φωνή σε ήρωες που τσακίστηκαν από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου, με τις απλές και σαφείς λέξεις του. Όπως πίνακες με την ακρίβεια της ζωγραφικής του Edward Hopper, οι ιστορίες του Κάρβερ αφηγούνται για άντρες και γυναίκες που νιώθουν αγάπη και μίσος, για τη βία που απειλεί στις καθημερινές και ρουτινιάρικες συνθήκες, για την ανάγκη για ανθρώπινη επαφή, για το ποτό που μετατρέπει τους πιο ευαίσθητους σε θηρία, και για τις πληγές που προκαλεί η απιστία. Αυτές οι ιστορίες είναι εμφανείς και στη συλλογή “Οι Αρχάριοι” (μετάφραση: Γ. Τζώρτζης, Μεταίχμιο, 2010), η οποία περιλαμβάνει την αυθεντική έκδοση των διηγημάτων που είχαν συμπεριληφθεί στη συλλογή “Για τι πράγμα μιλάμε όταν μιλάμε για αγάπη” (μετάφραση: Γ. Τζώρτζης, Απόπειρα, 1993).
Ο Ρέιμοντ Κάρβερ γεννήθηκε στο Όρεγκον μετά την οικονομική κρίση του ’29 και έζησε τις σκληρές επιπτώσεις που αυτή είχε στην κοινωνία. Ήταν ο γιος μιας σερβιτόρας και ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, και αντιμετώπισε την φτώχεια, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αργότερα απεικόνισε στα έργα του. Παντρεμένος και πατέρας σε ηλικία είκοσι ετών, με δύο παιδιά, πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε μετακινήσεις από μια πολιτεία στην άλλη, κερδίζοντας τα προς το ζην και καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες αλκοόλ. Όμως, ο αληθινός του πόθος ήταν να αφοσιωθεί πλήρως στη γραφή. Τελικά, με τη βοήθεια των Ανώνυμων Αλκοολικών και με τη συντροφιά ενός νέου ποιητή, της Tess Gallagher, κατάφερε να νικήσει τις εξαρτήσεις του και να επιτύχει στη ζωή του. Δίδαξε δημιουργική γραφή σε πανεπιστήμια και απολάμβανε τη λογοτεχνική του επιτυχία. Βασικός ρόλος στην αναγνώριση του Κάρβερ ανήκει στον εκδότη και επιμελητή του, Gordon Lish, ο οποίος τον ενθάρρυνε και βοήθησε στις αρχικές του προσπάθειες. Δεν είναι τυχαίο ότι η συλλογή “Οι Αρχάριοι” είναι σχεδόν διπλάσια σε μέγεθος από το αρχικό χειρόγραφο. Ο Lish κόψε περίπου το 40% του κειμένου του συγγραφέα, για να δημιουργήσει μια κοφτή και λακωνική γραφή που έγινε χαρακτηριστική του Κάρβερ και πηγή έμπνευσης για χιλιάδες μιμητές του. Ωστόσο, η σύζυγός του αντιμετώπισε κάποιες κριτικές απόψεις όταν προχώρησε στην έκδοση αυτής της συλλογής. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και σε πιο μακροσκελή έκδοση των περιγραφών του, ο Κάρβερ καταφέρνει να συγκινήσει τον αναγνώστη. Τα έργα του αφηγούνται για τους ανθρώπους που βιώνουν μικρές και μεγάλες τραγωδίες, με την ανησυχία τους για μια δέσμη ελπίδας ακόμη και στα ερείπια της ζωής. Ερείπια σαν αυτά που επισκιάζουν τις σελίδες της ιστορίας “Μια μικρή παρηγοριά”. Σε αυτή την ιστορία, ένα αγοράκι τραυματίζεται σε ένα ατύχημα λίγες ημέρες πριν τα γενέθλιά του. Οι γονείς του, παραλυμένοι από το σοκ, παραμένουν δίπλα του στο νοσοκομείο όλη τη νύχτα. Την ίδια στιγμή, ο φούρναρης της γειτονιάς, ανυποψίαστος για το τι συμβαίνει, τους επιτίθεται ξαφνικά μέσω τηλεφώνου για να παραλάβουν επιτέλους την τούρτα που τους παρήγγειλαν. Όταν ο γιος τους πεθαίνει, οι γονείς πηγαίνουν μια νύχτα στο μαγαζί του φούρναρη, φορτώνοντάς τον με τη θλίψη που τους συντρόφευσε. Εκεί, αυτός ο “παλιοτόμαρος” με τα “μικροσκοπικά, γεμάτα μοχθηρία μάτια”, όπως τον περιγράφουν αρχικά, τους προσφέρει φρέσκα κουλουράκια και ζεσταίνει την καρδιά τους, ανοίγοντάς τους την ψυχή του. “Μίλησαν μέχρι να ανατείλει ο πρώτος φως της ημέρας από τα ψηλά παράθυρα και δεν τους πέρασε από το μυαλό να φύγουν”…