Το δάγκωμα φιδιού στα κατοικίδια ζώα αποτελεί μια επικίνδυνη κατάσταση, που μπορεί να απειλήσει τη ζωή τους. Συνήθως συμβαίνει στους σκύλους και σπανιότερα στις γάτες, και προέρχεται κυρίως από ιοβόλα φίδια της οικογένειας Vipiridae. Στην Ελλάδα, αυτό το πρόβλημα είναι πιο εντονότερο κατά τους θερινούς μήνες, ενώ η δραστηριότητά τους συνήθως συμβαίνει τις νυχτερινές ώρες.
Όταν το φίδι δαγκώνει το θύμα του, το δηλητήριο που εκκρίνει εισέρχεται στους ιστούς του ζώου. Το δηλητήριο περιέχει περίπου 50 ενζύματα με τοξική δράση στον οργανισμό. Αυτά τα ενζύματα προκαλούν διάφορες διαταραχές όπως τοπική βλάβη των ιστών, αυξημένη αγγειακή διαπερατότητα, κυκλοφορική καταπληξία, διαταραχή αιμόστασης, δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος και καταστολή αναπνευστικού.
Τα πρώτα συμπτώματα στους σκύλους εμφανίζονται συνήθως μέσα σε 30 λεπτά από το δάγκωμα, αλλά οι επιπτώσεις του δηλητηρίου ελέγχονται πλήρως μέσα στις επόμενες 24 ώρες. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν έντονο οίδημα στην περιοχή του δήγματος, πόνο και συστηματικές επιπτώσεις όπως κατάπτωση, ταχυπνοια, ταχυκαρδία, απώλεια συνείδησης και νευρολογικές διαταραχές.
Η διάγνωση του δαγκώματος φιδιού στα κατοικίδια ζώα είναι δύσκολη, καθώς συχνά δεν υπάρχουν μάρτυρες την στιγμή που συμβαίνει. Έτσι, η διάγνωση συνήθως βασίζεται στο ιστορικό και την κλινική εικόνα. Η θεραπεία του προβλήματος περιλαμβάνει εντατική θεραπεία με υγρά ενδοφλεβίως, μετάγγιση ολικού αίματος ή παραγώγων, αναλγητικά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, χορήγηση αντιοφικού ορού.
Η πρόληψη είναι πολύ σημαντική καθώς προλαμβάνει τον κίνδυνο δάγκωματος. Πρέπει να χρησιμοποιούνται πάντα το λουρί κατά τη βόλτα του σκύλου και να αποφεύγονται περιοχές που μπορεί να είναι φωλιές φιδιών.
Συνοψίζοντας, το δάγκωμα φιδιού αποτελεί έναν σοβαρό κίνδυνο για τα κατοικίδια ζώα. Η πρόληψη είναι καίρια, αλλά σε περίπτωση δάγκωματος, απαιτείται άμεση ιατρική περίθαλψη για να αποφευχθούν επιπλοκές και να διασφαλιστεί η ασφάλεια του ζώου.