Μια επιστημονική αποστολή που πραγματοποιήθηκε στην Σαντορίνη από διακεκριμένους ερευνητές από διάφορες χώρες αποκάλυψε ένα εκπληκτικό γεγονός που αλλάζει την κατανόησή μας για τον κίνδυνο που ενέχει αυτό το ηφαίστειο. Μια υποβρύχια έκρηξη, η οποία συνέβη το 726 μ.Χ., αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ μεγαλύτερη από ό,τι πίστευε μέχρι σήμερα η επιστημονική κοινότητα.
Οι επιστήμονες που συμμετείχαν στην ωκεανογραφική αποστολή ανακάλυψαν υποβρύχιες αποθέσεις ελαφρόπετρας σε βάθος μέχρι και 160 μέτρων στην καλντέρα της Σαντορίνης, τοποθετημένες χρονικά το 726 μ.Χ. Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Nature Geoscience» και αμφισβητούν την επικρατούσα γνώση σχετικά με τις προηγούμενες ηφαιστειακές φάσεις της Σαντορίνης.
Έως σήμερα, θεωρούνταν ότι η Σαντορίνη βρισκόταν σε μια σχετικά ασφαλή φάση επαναφόρτισης μετά την έκρηξη της Εποχής του Χαλκού. Ωστόσο, οι νέες ευρήματα δείχνουν ότι το ηφαίστειο ήταν ικανό για μεγάλες έκρηξεις κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης. Η έκρηξη του 726 μ.Χ. ήταν 30 φορές μικρότερη από τη μινωική έκρηξη, αλλά παρά ταύτα ήταν ιδιαίτερα ισχυρή και είχε μεγάλη επίδραση στη θάλασσα και τη γειτονική περιοχή.
Οι ερευνητές εξηγούν ότι αυτή η ανακάλυψη έχει σημαντικές επιπτώσεις για την εκτίμηση του ηφαιστειακού κινδύνου και την προετοιμασία για πιθανές μελλοντικές εκρήξεις. Ο κίνδυνος των υποβρύχιων έκρηξεων δεν ήταν πλήρως κατανοητός μέχρι σήμερα, καθώς τα παγκόσμια αρχεία ηφαιστειακών εκρήξεων είναι ελλιπή σχετικά με αυτές που συμβαίνουν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Με βάση αυτά τα ευρήματα, η αξιολόγηση και η διαχείριση του κινδύνου πρέπει να λάβουν υπόψη αυτές τις υποβρύχιες εκρήξεις στα πρώτα στάδια κατασκευής της καλντέρας. Αν και δεν υπάρχει ένδειξη ότι μια τέτοια έκρηξη θα συμβεί ξανά στο εγγύς μέλλον, είναι σημαντικό να είμαστε προετοιμασμένοι για τυχόν κινδυνούς στην περιοχή. Η ανακάλυψη αυτή ανοίγει νέους ορίζοντες για την επιστημονική μας κατανόηση του ενεργού ηφαιστείου της Σαντορίνης και της ιστορίας του.