Περίπου ένας στους οκτώ ανθρώπους πασχίζει από παχυσαρκία σήμερα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Ωστόσο, οι πιθανότητες να γίνουμε παχύσαρκοι αυξάνονται σημαντικά αν και οι γονείς μας έχουν υποφέρει από αυτό το πρόβλημα. Μια νέα έρευνα από τη Νορβηγία αποκαλύπτει ότι τα παιδιά με παχύσαρκους γονείς έχουν έως και έξι φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν το ίδιο πρόβλημα στη μέση ηλικία.
Η παχυσαρκία ορίζεται από τον ΠΟΥ ως ένας δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω του 30, που υποδεικνύει την υπερβολική συσσώρευση λίπους και απειλεί την υγεία. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει συνδυασμός μεταξύ της παχυσαρκίας των γονέων και των παιδιών τους, αλλά λίγες μελέτες έχουν εξετάσει κατά πόσο αυτή η γενετική μετάδοση συνεχίζεται στην ενήλικη αλλά και στη μετά την εφηβεία ζωή.
Η νέα έρευνα εστιάζει σε αυτό ακριβώς το ζήτημα. Οι ερευνητές εξέτασαν πώς ο ΔΜΣ των γονέων σχετίζεται με το ΔΜΣ των παιδιών τους όταν αυτά φτάνουν στην ενηλικίωση και έχουν ζήσει μακριά από το πατρικό τους σπίτι για αρκετά χρόνια.
Τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν ότι όταν και οι δύο γονείς έχουν παχυσαρκία, τα παιδιά τους έχουν εξαπλάσιες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν προβλήματα παχυσαρκίας στην ηλικία των 40 και 50 ετών, σε σύγκριση με τους ενήλικες που είχαν φυσιολογικό βάρος. Ως επίσης, οι πιθανότητες αυτές αυξάνονται ακόμα περισσότερο αν μόνο ένας από τους γονείς έχει παχυσαρκία. Για παράδειγμα, όταν μόνο η μητέρα έχει παχυσαρκία, τα παιδιά έχουν 3,44 φορές περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν παχυσαρκία, ενώ αν αυτή η παχυσαρκία είναι στον πατέρα, ο αριθμός αυξάνεται σε 3,74.
Τα γονίδια παίζουν σημαντικό ρόλο στην προδιάθεσή μας να κερδίζουμε βάρος και στο πώς αντιδρούμε σε περιβάλλοντα που ενθαρρύνουν ανθυγιεινές επιλογές. Οι παλαιότερες έρευνες υποστηρίζουν ότι τα παιδιά τείνουν να αναπτύσσουν παρόμοιες διατροφικές και άσκησης συνήθειες με τους γονείς τους όταν ζουν μαζί κάτω από την ίδια στέγη, και αυτό επηρεάζει το βάρος τους. Παρόλα αυτά, η έρευνα δεν καθορίζει εάν αυτή η συσχέτιση οφείλεται στην γενετική κληρονομικότητα ή στο περιβάλλον.
Η παχυσαρκία έχει εξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας και πρέπει να αντιμετωπιστεί σοβαρά. Η έρευνα αποκαλύπτει ότι σε περισσότερες από 190 χώρες, ο εορτασμός των παχύσαρκων ατόμων έχει ξεπεράσει τον αριθμό των υπέρβαρων, ακόμα και σε κράτη χαμηλού εισοδήματος που παλιότερα αντιμετώπιζαν προβλήματα υποσιτισμού.
Από το 1990 έως το 2022, ο αριθμός των παχυσαρκών παιδιών και εφήβων έχει τετραπλασιαστεί, ενώ ο αριθμός των παχύσαρκων ενηλίκων έχει διπλασιαστεί, σύμφωνα με την ίδια έρευνα. Ταυτόχρονα, το ποσοστό των ατόμων με χαμηλό βάρος έχει μειωθεί κατά περίπου ένα πέμπτο για τα κορίτσια, ένα τρίτο για τα αγόρια και το ήμισυ για τους ενήλικες.
Εν κατακλείδι, η παχυσαρκία επιδεινώνεται ως παγκόσμιο πρόβλημα υγείας και η έρευνα αποδεικνύει ότι οι πιθανότητες μετάδοσής της στην επόμενη γενιά αυξάνονται σημαντικά. Απαιτούνται μέτρα και προληπτικές δράσεις τόσο στον ατομικό όσο και στον κοινωνικό επίπεδο για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα και να εξασφαλιστεί ένα υγιές μέλλον για όλους μας.