Το χρησιμοποιούμενο από πρόσφατη έρευνα αποκαλύπτει ότι η τεχνολογία επηρεάζει, και μερικές φορές ακόμα και απειλητικά, τη διαπροσωπική αλληλεπίδραση μεταξύ γονιού και παιδιού, επηρεάζοντας τη σχέση και την επικοινωνία μας. Σύμφωνα με τις μετρήσεις, τα παιδιά που περνούν πολλές ώρες μπροστά από μια οθόνη έχουν ελάχιστες συνομιλίες με τους γονείς ή τους φροντιστές τους. Φαίνεται ότι ακούν και μιλούν λιγότερο, εκφράζονται λιγότερο και αλληλεπιδρούν λιγότερο με τους ενήλικες, σε σχέση με τα παιδιά που δεν εκτίθενται τόσο πολύ σε μια οθόνη κινητού τηλεφώνου, τάμπλετ ή υπολογιστή. Η τεχνολογία έχει κυριεύσει τη ζωή μας και όσοι μεγαλώσαμε χωρίς την επιδραστικότητα της οθόνης μπορούμε να νιώσουμε – έστω και αόρατα – τη νοσταλγία για τα πιο απλά και όμορφα χρόνια του παρελθόντος. Καθώς ανακαλύπταμε τον κόσμο για πρώτη φορά, πεινώντας για μάθηση και περιέργεια, οι ερωτήσεις μας κατέκλυζαν τους ενήλικες και επιθυμούσαμε αληθινή επαφή. Προσπαθούσαμε να απορροφήσουμε τα πάντα σαν σφουγγάρια. Δυστυχώς, τα αποτελέσματα της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Pediatrics αποδεικνύουν ότι η υπερβολική χρήση οθονών σχετίζεται όχι μόνο με υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας και κακής υγείας, αλλά επίσης προκαλεί μειωμένη διαπροσωπική επαφή ακόμα και στο σπίτι, από πολύ μικρή ηλικία.
Είναι προφανές ότι στα πρώτα χρόνια της ανάπτυξης ενός παιδιού, όσο περισσότερο ακούγεται η γλώσσα στο σπίτι, τόσο πιο εύκολα θα αναπτυχθούν οι γλωσσικές και γνωστικές του ικανότητες. Ταυτόχρονα, οι συνομιλίες και οι διαπροσωπικές επαφές για ένα νήπιο καθορίζουν την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων του, ενισχύοντας τη νοημοσύνη του και την καλή λειτουργία του εγκεφάλου. Η νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Δυτικής Αυστραλίας βασίζεται σε δεδομένα από 220 οικογένειες σε Νότια Αυστραλία, Δυτική Αυστραλία και Κουίνσλαντ, οι οποίες είχαν παιδιά που γεννήθηκαν το 2017. Κάθε έξι μήνες, έως τα 3 χρόνια των παιδιών, φορούσαν μπλουζάκια με μικρούς επεξεργαστές γλώσσας που κατέγραφαν ηλεκτρικούς θορύβους και στοιχεία λεκτικής επικοινωνίας από το παιδί, τον γονέα και τους άλλους ενήλικες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι σχεδόν σε όλες τις ηλικίες, η πολλαπλή έκθεση σε οθόνες καταστρέφει τις συνομιλίες. Οι πλέον αρνητικές συνδέσεις καταγράφηκαν όταν τα παιδιά ήταν 3 ετών και ήταν εκτεθειμένα σε μια οθόνη για μέσο όρο 2 ώρες και 52 λεπτά. Κάθε λεπτό εκθέσεως στην οθόνη συνδέεται με 6,6 λιγότερες λέξεις από τον ενήλικα, 4,9 λιγότερες φωνητικές εκφράσεις του παιδιού και 1,1 λιγότερες σειρές συνομιλίας και, τελικά, λιγότερη διαπροσωπική επαφή.
Είναι σίγουρα σημαντικό να πραγματοποιηθούν περισσότερες έρευνες σε πιο εκτεταμένες πληθυσμιακές ομάδες, καθώς η τεχνολογία μπορεί να λειτουργήσει προς όφελός μας, αλλά μπορεί επίσης να μας βλάψει. Ειδικά σε αυτή την ευαίσθητη ηλικία, όπου τα παιδιά αναπτύσσουν την παιδική τους αθωότητα και περιέργεια, ας μην δίνουμε προτεραιότητα στις οθόνες. Είναι σημαντικό για τους γονείς και τους ενηλίκους που έρχονται σε επαφή με μικρά παιδιά να περνούν ποιοτικό χρόνο μαζί τους. Η χρήση μιας οθόνης δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο για τον διάλογο. Αντιθέτως, πρέπει να λειτουργεί ως εργαλείο που βοηθά στην ανάπτυξή τους. Η επικοινωνία με ένα παιδί είναι κρίσιμη για την νοητική και κοινωνική του ανάπτυξη. Είναι εξίσου σημαντική και για έναν ενήλικα, καθώς του παρέχει τη δυνατότητα να ασκήσει πολύτιμες δεξιότητες συμπαράστασης και φροντίδας, και φυσικά να αισθανθεί ξανά τον παιδικό του εαυτό.