Στο αγρόκτημα του Σόριν, ένα σκηνικό αυτοσχεδίασης λαμβάνει χώρα. Οι χαρακτήρες του «Γλάρου» παρελαύνουν γύρω από αυτήν, μελαγχολικοί, ανήσυχοι, αφοσιωμένοι στις σκέψεις τους. Ο Τρέπλιεφ προσκαλεί όλους τους χαρακτήρες, καθώς θα παρουσιάσει το πρώτο του θεατρικό έργο. Η Νίνα θα είναι η πρωταγωνίστρια, για την οποία ο νεαρός συγγραφέας αισθάνεται έντονο έρωτα. Ο Τσέχοφ βιώνει αγωνία για το πώς ο καλλιτέχνης και το κοινό βλέπουν την πραγματικότητα. Η θεατρική πραγματικότητα της εποχής απογοητεύει τον νεαρό συγγραφέα, καθώς θεωρεί την ρουτίνα και τη σύμβαση βασικά στοιχεία του σύγχρονου θεάτρου
Η παράσταση του Δημήτρη Καραντζά προσπαθεί να αποδώσει τόσο τον ψυχικό κυματισμό όσο και τον δημιουργικό εγκλεισμό του Τσεχοφικού χαρακτήρα. Αν και οργισμένος Τρέπλιεφ πιστεύει ότι ο ψυχικός του κόσμος δεν μπορεί να μεταφερθεί στη σελίδα ή στη σκηνή, διακατέχεται από αδράνεια που προέρχεται από την άγουρη συνείδησή του. Οι προσεγγίσεις του Τρέπλιεφ σε μεγάλες ιδέες για την τέχνη συναντούν σφοδρή απογοήτευση καθώς αντιλαμβάνεται ότι το σημερινό θέατρο βρίσκεται σε ρουτίνα και σύμβαση.
Ο «Γλάρος» του Δημήτρη Καραντζά αξιοποιεί τόσο τις παραδοσιακές φόρμες του θεάτρου όσο και τις καινοτόμες προσεγγίσεις. Ο Τρέπλιεφ κινείται ανάμεσα στη σκηνή και τα παρασκήνια, καθίσταται μέρος του θεατρικού κόσμου και παρακολουθεί ενεργά την εξέλιξη της παράστασης. Καθώς οι ηθοποιοί ανεβαίνουν στη σκηνή, τον κοιτούν, σα να έχει ξεπεράσει τον «τέταρτο τοίχο» και έχει γίνει μέρος της σκηνής. Το αποτέλεσμα είναι μια εντυπωσιακή αλληλεπίδραση μεταξύ του θεατή και του χώρου της παράστασης. Η Αρκάντινα, υποδυόμενη από τη Θεοδώρα Τζήμου, ενσαρκώνει την έννοια της αποπλάνησης του θεατή, ενώ ο Τρέπλιεφ, παιγνιώδης και απογοητευμένος, δίνει ζωή στον ήρωά του. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί επίσης συνεισφέρουν στο θεατρικό σύμπαν με τις ερμηνείες τους. Ο Δημήτρης Καραντζάς έχει δημιουργήσει ένα σκηνοθετικό σχέδιο που ανθεί στην προσπάθεια να ανακαλύψει τη βαθύτερη σημασία του κειμένου του Τσέχοφ
Παρόλα αυτά, η ολοκληρωμένη επεξεργασία του πλαισίου στο οποίο εκτυλίσσονται οι προθέσεις της παράστασης θα μπορούσε να βελτιωθεί. Χωρίς αυτή τη μέριμνα, οι θεατές μπορεί να νιώσουν χαμένοι και να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη συνεισφορά τους στο «παιχνίδι» ανάμεσα στο παλιό και το νέο. Ωστόσο, η παράσταση του «Γλάρου» του Δημήτρη Καραντζά είναι μια πρωτότυπη και δυναμική εκδοχή του κλασικού έργου του Τσέχοφ, που αξίζει την προσοχή του κοινού.