Το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου (ΣΕΕ) είναι μια πρόκληση για πολλούς ανθρώπους στη σημερινή εποχή. Αυτό το πρόβλημα υγείας, γνωστό και ως σπαστική κολίτιδα, προκαλεί ενοχλητικά συμπτώματα που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής μας. Στην Ελλάδα, το ΣΕΕ επηρεάζει ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού, με ένα στα πέντε άτομα να αντιμετωπίζουν αυτήν την κατάσταση. Παγκοσμίως, η συχνότητα εμφάνισης του ΣΕΕ ανέρχεται στο 11%, με την Ελλάδα να έχει ποσοστό περίπου 20%, υπερτερώντας κατά πολύ τον παγκόσμιο μέσο όρο. Σημειώνεται ότι το ΣΕΕ εμφανίζεται συχνότερα κάτω των 50 ετών και επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες από τους άνδρες, με αναλογία 2:1.
Οι αιτίες και τα συμπτώματα του ΣΕΕ
Παρόλο που το ΣΕΕ δεν είναι θανατηφόρο, προκαλεί συμπτώματα που μπορούν να είναι ενοχλητικά και να επηρεάσουν την καθημερινή ζωή μας. Κοιλιακοί πόνοι, δυσφορία, διάρροια, δυσκοιλιότητα και φούσκωμα είναι μερικά από τα κοινά συμπτώματα που εκδηλώνονται. Οι αιτίες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της σπαστικής κολίτιδας περιλαμβάνουν το αυξημένο άγχος, το στρες, καθώς και η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε φυτικές ίνες ή που προκαλούν αεροπάγηση. Οι ειδικοί έχουν επίσης διαπιστώσει ότι το “Μεταλοιμώδες Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου” μπορεί να συνδέεται με προηγούμενες επιθέσεις οξείας γαστρεντερίτιδας.
Η διάγνωση και οι θεραπευτικές προσεγγίσεις
Η διάγνωση του ΣΕΕ γίνεται μετά από αποκλεισμό άλλων οργανικών παθήσεων, με έμφαση στην αλλαγή στη σύνθεση της χλωρίδας του εντέρου. Ο στόχος είναι η κατανόηση και η αντιμετώπιση των αιτίων για να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής όσων αντιμετωπίζουν το ΣΕΕ.
Οι τροφές που ανακουφίζουν από τα συμπτώματα
Μια αμετάβλητη απόρροια μιας μελέτης από επιστήμονες της Σχολής Κινέζικης Ιατρικής του Πανεπιστημίου Baptist στο Χονγκ Κονγκ έδειξε ότι το βακτήριο Ruminococcus gnavus, που κατοικεί στο έντερο, αποτελεί έναν κυρίαρχο παράγοντα ενεργοποίησης του συνδρόμου του Ευερέθιστου Εντέρου. Προηγούμενες έρευνες είχαν ανακαλύψει ότι η αυξημένη παραγωγή σεροτονίνης, ενός νευροδιαβιβαστή που εμπλέκεται στη ρύθμιση της κινητικότητας του εντέρου, συμβάλλει στα γαστρεντερικά συμπτώματα. Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι η μικροχλωρίδα του εντέρου συμμετέχει στη ρύθμιση των επιπέδων σεροτονίνης. Ωστόσο, οι πιο αναλυτικοί μηχανισμοί με τους οποίους η μικροχλωρίδα του εντέρου ρυθμίζει την παραγωγή σεροτονίνης παραμένουν ασαφείς. Σε μια απόπειρα να βρουν μια πιο αποτελεσματική θεραπεία για τη διάρροια που συνοδεύει το ΣΕΕ, οι ερευνητές με επικεφαλής τον Bian Zhaoxiang, εξέτασαν χιλιάδες συστατικά τροφίμων καθώς και τα προϊόντα που παράγονται από αυτά, στα οποία βρέθηκαν στα κόπρανα 290 ασθενών με ΣΕΕ. Διαπίστωσαν ότι δύο ουσίες που παράγονται από το βακτήριο Ruminococcus gnavus, η φαιναιθυλαμίνη και η τρυπταμίνη, περιείχονταν σε υψηλά επίπεδα στα κόπρανα των ασθενών με ΣΕΕ. Αυτές οι ουσίες, που παράγονται από τη μικροβιακή πέψη διαιτητικών πρωτεϊνών, σχετίζονται με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων διάρροιας. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που τράφηκαν με φαιναιθυλαμίνη ή τρυπταμίνη εμφάνισαν αυξημένο αριθμό κενώσεων. Το Ruminococcus gnavus αποτελεί τον κύριο παραγωγό αυτών των ουσιών. Έπειτα, οι ερευνητές διεξήγαγαν μια σειρά πειραμάτων για να κατανοήσουν περισσότερο τον μηχανισμό με τον οποίο η φαιναιθυλαμίνη και η τρυπταμίνη ενεργοποιούν την αυξημένη κινητικότητα του εντέρου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτές οι ουσίες ενεργοποιούν άμεσα την παραγωγή σεροτονίνης από τα κύτταρα της εντεροχρωμαφίνης, ενεργοποιώντας ένα υποδοχέα που συνδέεται με τα ίχνη της αμίνης (TAAR1). Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η αναστολή του ενεργοποιημένου TAAR1 με έναν επιλεκτικό αναστολέα οδήγησε σε αποτελεσματική ανακούφιση της διάρροιας στα ποντίκια. “Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η οδός TAAR1 που ενεργοποιείται από τη φαιναιθυλαμίνη και την τρυπταμίνη αποτελεί ένα νέο θεραπευτικό πεδίο για το ΣΕΕ”, εξηγεί ο Δρ. Zhai Lixiang. “Οι ασθενείς με ΣΕΕ συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα διάρροιας που συνοδεύονται από κοιλιακούς πόνους, επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής τους. Αυτές οι νέες ανακαλύψεις προσφέρουν ελπίδα για την ανάπτυξη θεραπειών που βασίζονται στον έλεγχο της οδού TAAR1”, προσθέτει ο καθηγητής Bian Zhaoxiang. Ένα άλλο σημαντικό εύρημα της μελέτης είναι ότι μια διατροφή φτωχή σε φαινυλαλανίνη, ένα αμινοξύ που συνδέεται με τη φαιναιθυλαμίνη, μειώνει την κινητικότητα του εντέρου στα ποντίκια, αποτρέποντας έτσι την υπερβολική παραγωγή φαιναιθυλαμίνης και τρυπταμίνης από τη μικροβιακή διάσπαση. Τρόφιμα όπως φρέσκα φρούτα, λαχανικά και ψωμί ολικής άλεσης έχουν χαμηλά επίπεδα φαινυλαλανίνης. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Cell Host & Microbe.