Το πολλαπλό μυέλωμα είναι μια μορφή καρκίνου του αίματος και των λεμφαγγείων, που επηρεάζει το μυελό των οστών. Η ανοσοθεραπεία, μια θεραπευτική προσέγγιση στον τομέα της ογκολογίας-αιματολογίας, στοχεύει στην ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος του ασθενούς, ώστε να ανιχνεύσει και να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα. Στο πολλαπλό μυέλωμα, η ανοσοθεραπεία έχει αποδειχθεί ότι έχει εξαιρετική σημασία. Πρόσφατα, ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε δύο νέα φάρμακα ανοσοθεραπείας, το talquetamab και το elranatamab, που ανοίγουν νέες προοπτικές για τους ασθενείς που πάσχουν από υποτροπιάζον/ανθεκτικό πολλαπλό μυέλωμα. Αυτά τα φάρμακα είναι αμφι-ειδικά αντισώματα που συνδέονται τόσο με τα Τ-λεμφοκύτταρα όσο και με τα καρκινικά κύτταρα του πολλαπλού μυελώματος, ενεργοποιώντας τα Τ-λεμφοκύτταρα ώστε να επιτεθούν στα καρκινικά κύτταρα. Αυτά τα φάρμακα προστίθενται στην θεραπευτική γκάμα, πέραν του ήδη εγκεκριμένου φαρμάκου teclistamab, που είναι κατάλληλο για ασθενείς με πολλαπλό μυέλωμα που δεν ανταποκρίνονται σε προηγούμενες θεραπείες. Ωστόσο, η πλήρης έγκριση αυτών των φαρμάκων εξαρτάται από περαιτέρω κλινικές δοκιμές που θα επαληθεύσουν την κλινική αποτελεσματικότητά τους. Το talquetamab δένει τα Τ-λεμφοκύτταρα μέσω της σύνδεσης με τον υποδοχέα CD3 στην επιφάνεια τους, ενώ αναγνωρίζει τον υποδοχέα GPRC5D στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων του μυελώματος. Χορηγείται κάθε μία ή δύο εβδομάδες υποδόρια και χρειάζεται μια αρχική φάση κλιμάκωσης της δόσης. Το elranatamab είναι ένα άλλο αμφι-ειδικό αντίσωμα που χορηγείται επίσης υποδόρια και σε εβδομαδιαία βάση και συνδέεται τόσο με τον υποδοχέα CD3 των Τ-λεμφοκυττάρων όσο και με το αντίγονο BCMA στα καρκινικά κύτταρα του μυελώματος. Η έγκριση αυτού του φαρμάκου βασίστηκε στα αποτελέσματα από την κλινική δοκιμή MagnetisMM-3, όπου ασθενείς που είχαν λάβει προηγούμενες θεραπείες επέδειξαν ανταπόκριση σε αυτό το φάρμακο. Ωστόσο, αυτά τα αμφι-ειδικά αντισώματα έχουν επίσης μια λίστα με πιθανές παρενέργειες, γι ‘αυτό η χορήγησή τους και η παρακολούθηση των ασθενών θα πρέπει να γίνονται σε εξειδικευμένα κέντρα. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που καταγράφηκαν στις μελέτες αυτών των αντισωμάτων περιλαμβάνουν σύνδρομο απελευθέρωσης κυτοκινών, αιματολογική τοξικότητα, πυρετό, δυσκοιλιότητα, διαταραχές του δέρματος και άλλες. Ωστόσο, προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αυτών των φαρμάκων, πολλές κλινικές δοκιμές βρίσκονται σε εξέλιξη. Αυτές οι μελέτες περιλαμβάνουν τον συνδυασμό αυτών των φαρμάκων με άλλους αντι-μυελωματικούς παράγοντες σε διάφορες φάσεις της νόσου. Η ανάπτυξη λύσεων θεραπείας πρώτης γραμμής για ασθενείς που δεν είναι επιλέξιμοι για αυτόλογη μεταμόσχευση μυελού είναι επίσης μια πρόκληση στην ογκολογία-αιματολογία. Οι πολύπλοκες κλινικές μελέτες που πραγματοποιούνται σε εξειδικευμένα ιατρικά κέντρα ελπίζουν να δημιουργήσουν νέες δυνατότητες θεραπείας για τους ασθενείς που πάσχουν από πολλαπλό μυέλωμα.