Μια νέα ερευνητική μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ έδειξε ότι η γενιά που γεννήθηκε στα ’90s αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις όσον αφορά την ψυχική της υγεία, κάτι που την καθιστά την πιο επιβαρυμένη γενιά από όλες. Οι επιστήμονες εξέτασαν δεδομένα που αφορούσαν περισσότερους από 27.500 Αυστραλούς από το 2001 έως το 2020 και ανακάλυψαν ότι η ψυχική υγεία της γενιάς αυτής δεν βελτιώνεται με τον πέρασμα του χρόνου, σε αντίθεση με τις προηγούμενες γενιές.
Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην επιδείνωση της ψυχικής υγείας των νέων ανθρώπων είναι πολλαπλοί. Ωστόσο, η έρευνα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τον υπερβολικό χρόνο που οι νεότεροι αφιερώνουν σε αυτά. Προηγούμενες μελέτες έχουν αποδείξει ότι οι νέες γενιές αντιμετωπίζουν άγχος, κατάθλιψη και εθισμό μέσω των social media, καθώς και αύξηση της συναισθηματικής κακοποίησης, των τοξικών σχέσεων και της σεξουαλικοποίησης.
Πιο συγκεκριμένα, οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η γενιά των ’90s αντιμετωπίζει μεγαλύτερες προκλήσεις σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές καθώς μεγαλώνει. Είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι η επιδείνωση της ψυχικής υγείας δεν σταματά με την ενήλικη ζωή, αλλά επηρεάζει επίσης και τις μεγαλύτερες γενιές που σήμερα οδεύουν προς τα 40 και τα 50 τους.
Ο επικεφαλής της μελέτης, δρ. Ρίτσαρντ Μόρις, εκφράζει την ανησυχία του για την κατάσταση αυτή. Μέχρι σήμερα, η προσοχή ήταν εστιασμένη κυρίως στην ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων, αναμένοντας ότι θα βελτιωθεί με την ενήλικη ζωή. Ωστόσο, η έρευνα δείχνει ότι υπάρχει μια διαφορετική εικόνα, μια εικόνα που δείχνει το βάρος που φέρνει η ψυχική ασθένεια σε όλες τις ηλικίες των νέων ανθρώπων.
Η επιδείνωση της ψυχικής υγείας αυτής της γενιάς αποδίδεται κατά κύριο λόγο στην υπερβολική έκθεση στα social media και στην ανεξέλεγκτη χρήση τους. Οι νέοι αναπτύσσουν ανησυχίες, ατομικισμό και εθισμό λόγω του συνεχούς “τσεκάρισματος” και της συνεχούς σύγκρισης με άλλους. Αυτό δεν μόνο υπονομεύει την ψυχολογική τους ευεξία, αλλά οδηγεί και σε αρνητικές δυναμικές στις σχέσεις τους.
Παρά τα ανησυχητικά αποτελέσματα αυτής της έρευνας, δεν πρέπει να υποτιμούμε την ανθεκτικότητα και την αντοχή των νέων ανθρώπων. Η επιστήμη συνεχίζει να ερευνά τα αίτια και να αναζητά λύσεις για την βελτίωση της ψυχικής υγείας τους. Είναι σημαντικό να προσέχουμε πώς χρησιμοποιούμε την τεχνολογία και να προάγουμε μια ισορροπημένη προσέγγιση στην ψηφιακή και κοινωνική μας ζωή.