Ένα εξωπραγματικό μνημείο που απλώνεται στην άκρη του δρόμου, φυλάει αθάνατη την μνήμη ενός ακόμη επώδυνου εγκλήματος που διαπράχθηκε από τους Ναζί στην Ελλάδα. Το Καλάμι Βοιωτίας, μια κοινότητα που ακόμη και σήμερα ζει στη σκιά του τρόμου, πληγώθηκε με βάναυσο τρόπο στις 11 Ιουνίου 1944, μόλις μία ημέρα μετά την γνωστή Σφαγή του Διστόμου.
Καθώς ο κατήφορος από την φρίκη του Διστόμου δεν είχε καν απολυτως καταλήξει, οι γερμανικές κατοχικές δυνάμεις αποφάσισαν να σφίξουν τον περίβολο γύρω από την κοινότητα του Καλαμίου, που βρίσκεται στον δρόμο Θηβών – Λεβαδείας. 26 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και γυναίκες, βρέθηκαν στο στόχαστρο των δολοφόνων. Χωρισμένοι από το ίδιο τον θάνατο, εκτελέστηκαν και στη συνέχεια τα πτώματά τους πετάχτηκαν σε ένα σπίτι προτού φλέγονται. Το αποτέλεσμα; Άλλοι 26 αθώοι σβήστηκαν από τον χάρτη.
Η καταστροφική βία των Ναζί δεν σταμάτησε εκεί. Ό,τι βρήκαν μπροστά τους, αποτέλεσε ανέκαθεν στόχο εξαφάνισης: ζώα, ρούχα, ακόμη και μια αποθήκη του Ερυθρού Σταυρού. Κλέφτηκαν και αρπάχτηκαν τα πάντα, φορτώθηκαν σε φορτηγά και εξαφανίστηκαν από το χωριό. Αυτό που άφησαν πίσω τους ήταν τα δεινά: τα πτώματα των κατοίκων του Καλαμιού, ταλαιπωρημένα σπίτια και δύο τραυματίες. Αυτοί οι δύο τραυματίες, οι τυχεροί εκείνοι, που επέζησαν από αυτήν τη νέα ναζιστική φρίκη.
Από εκείνη την ημέρα, το χωριό δεν είδε ποτέ ξανά τη ζωή να το γεμίζει. Σήμερα, τα ερείπια αρκούν για να θυμίζουν στους λίγους επισκέπτες τον τραγικό παρελθόν που κουβαλά η περιοχή. Χρόνια μετά, το Καλάμι χαρακτηρίστηκε «μαρτυρικό χωριό» με το Προεδρικό Διάταγμα 49 της 1ης Ιουνίου 2017, αναγνωρίζοντας τον πόνο, τη θυσία και τη συντριβή που υπέστη η κοινότητα του.
Η αξία της ιστορίας αυτής, της οποίας οι λεπτομέρειες πονάνε ως σήμερα, είναι αναπόδραστη. Πρέπει να μαθευτεί, να καταγραφεί και να τιμηθεί. Πρέπει να μεταλαμπαδευτεί στις νεότερες γενιές, ώστε να μην ξεχάσουμε όσα έγιναν και να διασφαλίσουμε ότι δεν θα επαναληφθούν.