Η Γερμανία, ως η ηττημένη χώρα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, μεταβάλλει την πορεία της κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1918. Με την αποβολή του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’ και την αναγέννηση της “Δημοκρατίας της Βαϊμάρης”, οι προσδοκίες για μια φιλελεύθερη δημοκρατία άλλαξαν ριζικά. Ωστόσο, αυτή η αλλαγή θα οδηγούσε στην άνοδο της ναζιστικής σφαγής το 1933. Καθ’ όλη αυτή την περίοδο, το πολιτικό καθεστώς βρισκόταν υπό διαρκή πίεση ακραίων πολιτικών δυνάμεων. Και η πρώτη πρόκληση ήρθε από τα αριστερά.
Στις 5 Ιανουαρίου του 1919, η εξέγερση των “Σπαρτακιστών” ξέσπασε στο Βερολίνο, με στόχο την εγκαθίδρυση μιας κομμουνιστικής κυβέρνησης, παρόμοιας με αυτή της Σοβιετικής Ένωσης. Οι “Σπαρτακιστές” ήταν μια επαναστατική οργάνωση που δημιουργήθηκε στις αριστερές πτέρυγες του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) στα τέλη του 1914. Ιδρυτές της ήταν η Ρόζα Λούξεμπουργκ, μια πολωνοεβραία αγωνίστρια, και ο δικηγόρος Καρλ Λίμπκνεχτ, γιος του ιδρυτή του SPD. Το όνομά τους προήλθε από τον διάσημο σπαρτιάτη σκλάβο, Σπάρτακο. Αυτοί αντιτάχθηκαν σθεναρά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καταδίκαζαν τον ιμπεριαλισμό και υποστήριζαν τον ταξικό αγώνα και την επαναστατική πρωτοβουλία των μαζών. Είχαν μεγάλη επιρροή στην εργατική τάξη των μεγάλων γερμανικών πόλεων, όπως το Βερολίνο, η Στουτγκάρδη και το Αμβούργο.
Στις 18 Ιανουαρίου 1917 αποστασιοποιήθηκαν από το SPD και τον Απρίλιο του ίδιου έτους, μαζί με άλλους διαγεγραμμένους σοσιαλιστές, ίδρυσαν το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (USPD). Όταν το SPD και το USPD συνεργάστηκαν για τον σχηματισμό ενός νέου κυβερνητικού σχήματος μετά την ανατροπή του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’ στις 9 Νοεμβρίου 1918, οι “Σπαρτακιστές” αποχώρησαν και στις 1 Ιανουαρίου 1919 ίδρυσαν με άλλους ανεξάρτητους κομμουνιστές το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KPD). Πέντε μέρες αργότερα, παρά την αντίθεση της Λούξεμπουργκ, η οποία πίστευε ότι οι συνθήκες δεν ήταν κατάλληλες για μια προλεταριακή επανάσταση, ξεκίνησαν τα εξεγερτικά κινήματα. Ωστόσο, η εξέγερση καταστέλθηκε εντός δέκα ημερών από τους σοσιαλδημοκράτες του καγκελαρίου Φρίντριχ Έμπερτ, οπαδούς των υπολειμμάτων του αυτοκρατορικού στρατού και ακροδεξιών παραστρατιωτικών ομάδων. Εκατοντάδες “Σπαρτακιστές” εκτελέστηκαν, ενώ η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ συνελήφθησαν και δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης στις 15 Ιανουαρίου 1919. Οι επιθέσεις καταστολής συνεχίστηκαν μέχρι τον Μάρτιο, με τη δολοφονία πολλών ηγετικών μελών των “Σπαρτακιστών”. Παρά τη δημιουργία μιας περιορισμένης Δημοκρατίας των Σοβιέτ στη Βαυαρία (6 Απριλίου – 1 Μαΐου 1918), η αποτυχία της εξέγερσης των “Σπαρτακιστών” σηματόδωσε την ανεπανόρθωτη ζημιά στη γερμανική επαναστατική κίνηση.