Η αρτηριακή πίεση είναι η δύναμη που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα των αρτηριών. Οι έννοιες της μέγιστης και ελάχιστης πίεσης αναφέρονται στο υψηλότερο και χαμηλότερο σημείο πίεσης κατά τη συσπογμένη και χαλαρωτική φάση της καρδιάς αντίστοιχα. Για να θεωρείται ιδανική η πίεση του αίματος, η συστολική πίεση πρέπει να είναι 120 mmHg και η διαστολική 70mmHg.
Η υπέρταση αποτελείται από αυξημένη αρτηριακή πίεση (συστολική ≥ 140mmHg, διαστολική ≥ 85mmHg). Αυτή η κατάσταση επηρεάζει κυρίως τους ενήλικες, αλλά μπορεί να επηρεάσει και παιδιά. Στην Ελλάδα, περίπου το 20% του πληθυσμού πάσχει από αυξημένη αρτηριακή πίεση. Οι αιτίες της υπέρτασης μπορεί να είναι γενετικές, να σχετίζονται με το βάρος του ατόμου, τον τρόπο ζωής, την κατανάλωση αλατιού, το άγχος, την αρτηριοσκλήρυνση, τις νεφρικές παθήσεις, τη στένωση των νεφρικών αρτηριών, την υπνική άπνοια, τις δυσλειτουργίες του θυρεοειδούς και την προεκλαμψία στην εγκυμοσύνη.
Η υπέρταση συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα και γι’ αυτό έχει χαρακτηρισθεί ως “ύπουλη νόσος”. Για τη διάγνωση της υπέρτασης, απαιτείται ιατρική εξέταση και εργαστηριακές εξετάσεις. Η θεραπεία της υπέρτασης περιλαμβάνει συχνά φαρμακευτική αγωγή, αλλά οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η ισορροπημένη διατροφή, η άσκηση, η μείωση της πρόσληψης αλατιού και η μείωση του άγχους, μπορούν επίσης να βοηθήσουν.
Προκειμένου να προληφθεί η υπέρταση, συστήνεται η αλλαγή του τρόπου ζωής με τη μείωση του αλατιού, τη διακοπή του καπνίσματος, την αποφυγή του αλκοόλ, την περιορισμένη κατανάλωση τσαγιού και καφέ, καθώς και την αποβολή του άγχους.
Υπάρχουν συχνές ερωτήσεις που απαντώνται από τους ασθενείς σχετικά με τη θεραπεία της υπέρτασης. Οι ασθενείς δεν πρέπει να διακόπτουν κατά βούληση τη λήψη των φαρμάκων, καθώς η ανεπαρκής θεραπεία μπορεί να μειώσει τα πλεονεκτήματα της προστασίας. Επιπλέον, δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για την υπέρταση και οι ασθενείς πρέπει να ακολουθούν τις οδηγίες του ιατρού τους. Η αλλαγή της θεραπείας μπορεί να γίνει για την επίτευξη των βέλτιστων αποτελεσμάτων.