Ένα από τα πιο θρυλικά ροκ φεστιβάλ που έχουν γίνει ποτέ, το Φεστιβάλ του Γούντστοκ, έχει αναγνωριστεί ως ένα αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας μας. Αποτέλεσε το σταθμό της γενιάς των “παιδιών των λουλουδιών”, τα αντιπολεμικά κινήματα και γενικότερα την αμφισβήτηση της δεκαετίας του ’60. Το φεστιβάλ πραγματοποιήθηκε σε ένα αγρόκτημα στο Μπέθελ, που βρίσκεται 70 χλμ νοτιοδυτικά του Γούντστοκ, στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, από την απόγευμα της Παρασκευής 15 Αυγούστου μέχρι τις πρώιμες ώρες της Δευτέρας 18 Αυγούστου του 1969. Συμμετείχαν μεγάλα ονόματα της ροκ και φολκ μουσικής, αλλά εξίσου σημαντικές ήταν και οι απουσίες κάποιων μεγάλων μουσικών για διάφορους λόγους
Οι εμπνευστές της ιδέας για τη διοργάνωση του φεστιβάλ ήταν οι Μάικλ Λανγκ, Άρτι Κόρνφελντ, Τζόελ Ρόζενμαν και Τζον Ρόμπερτς. Ο Λανγκ και ο Κόρνφελντ είχαν προϋπηρεσία στη μουσική βιομηχανία και τη διοργάνωση συναυλιών, ενώ ο Ρόζενμαν και ο Ρόμπερτς επιδίωκαν να βγάλουν χρήματα και να επενδύσουν. Ως τόπο για το φεστιβάλ, επέλεξαν το Γούντστοκ στην πολιτεία της Νέας Υόρκης, ένα θέρετρο γνωστό στη ροκ κοινότητα, καθώς μουσικοί όπως ο Μπομπ Ντίλαν και ο Τζίμι Χέντριξ περνούσαν αρκετό χρόνο εκεί. Ωστόσο, οι πόλεις του Γούντστοκ και του γειτονικού Γουόλκιλ αρνήθηκαν να το φιλοξενήσουν. Την ώρα του αδιεξόδου, ο Έλιοτ Τάιμπερ, ένας ζωγράφος και επιχειρηματίας από το Μπέθελ, πρότεινε να διεξαχθεί το φεστιβάλ μπροστά από το ξενοδοχείο των γονιών του. Αυτό προκάλεσε το ενδιαφέρον του Λανγκ και του μεταφέρθηκε η ιδέα στον Μαξ Γιάσγκουρ, ο οποίος είχε μια τεράστια έκταση με μια λίμνη. Ο Γιάσγκουρ συμφώνησε να παραχωρήσει τον χώρο αντί 50.000 δολάρια. Αντιμετωπίζοντας αρνητικές αντιδράσεις από τις τοπικές αρχές, οι διοργανωτές προχώρησαν σε θεμιτές διαδικασίες με δωροδοκίες και κατάφεραν να συνεχίσουν την προετοιμασία του φεστιβάλ
Το Φεστιβάλ του Γούντστοκ ξεκίνησε στις 15 Αυγούστου με τον Richie Havens να είναι ο πρώτος που ανέβηκε στη σκηνή. Αρχικά, οι διοργανωτές περίμεναν κάπου 50.000 θεατές, αλλά η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική. Περίπου 500.000 ανθρώποι ταξίδεψαν μέχρι το Μπέθελ, δημιουργώντας ένα τεράστιο μποτιλιάρισμα. Οι πόρτες άνοιξαν μετά από μια σειρά συγκυριών και τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν. Παρόλο που ο χώρος μετατράπηκε σε βάλτο λόγω της βροχής, οι θεατές παρέμειναν ακλόνητοι, ίσως επηρρεασμένοι και από τη χρήση ναρκωτικών όπως η μαριχουάνα και τα ψυχεδελικά. Πολλοί αξέχαστοι καλλιτέχνες εμφανίστηκαν εκεί, όπως οι Crosby, Stills, Nash and Young, ο Κάρλος Σαντάνα, ο Τζο Κόκερ και ο Τζίμι Χέντριξ, ο οποίος έκλεισε το φεστιβάλ με μια μαγευτική ερμηνεία του εθνικού ύμνου των Ηνωμένων Πολιτειών, “The Star-Spangled Banner”. Η βροχή και οι απρόβλεπτες συνθήκες δημιούργησαν αρκετά προβλήματα, αλλά το φεστιβάλ ολοκληρώθηκε επιτυχώς και άφησε εποχή
Αν και κάποια μεγάλα ονόματα όπως οι Rolling Stones, οι Doors και οι Beatles δεν εμφανίστηκαν, το Φεστιβάλ του Γούντστοκ παρέμεινε στην ιστορία ως ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά γεγονότα που έπρεπε να ζήσει κανείς. Οι διοργανωτές προέβλεπαν έξοδα 500.000 δολαρίων, αλλά το τελικό κόστος απλώς ξεπέρασε τους 2,5 εκατομμύρια. Οι πωλήσεις του άλμπουμ της συναυλίας και η προβολή του ντοκιμαντέρ της “Woodstock” βοήθησαν να καλυφθούν τα έξοδα. Η ταινία απαθανάτισε όχι μόνο τη μουσική, αλλά και το πνεύμα της γενιάς του Γούντστοκ. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Μαρτιν Σκορσέζε δήλωσε ότι ο μύθος του Γούντστοκ θα είχε ξεθωριάσει αν δεν υπήρχε η ταινία για να τον διατηρήσει ζωντανό.