Μια επιστημονική ομάδα, με ερευνητές από τα Πανεπιστήμια Western, Στάνφορντ και Καλιφόρνιας (UCSF), έχει προχωρήσει σε μια πρωτοποριακή κλινική δοκιμή για ένα νέο φάρμακο που στοχεύει στην ανθεκτικότητα του εγκεφάλου έναντι των αλλαγών που προκαλεί η νόσος Αλτσχάιμερ. Το φάρμακο, με προσωρινή ονομασία LM11A-31, επιδεικνύει ελπιδοφόρα αποτελέσματα στην πρώτη του κλινική δοκιμή σε ανθρώπους. Αποτελεί πειραματική ουσία που στοχεύει στο νευροτροφικό υποδοχέα P75NTR, που βρίσκεται στα κύτταρα του εγκεφάλου. Ο υποδοχέας αυτός συμβάλλει στη ρύθμιση σημαντικών διαδικασιών, όπως η επιβίωση, η ανάπτυξη και ο θάνατος των κυττάρων. Το φάρμακο ενισχύει τη διέλευση των σημάτων που προάγουν την επιβίωση και την ανάπτυξη των κυττάρων. Αν και η αρχική στόχευση της κλινικής δοκιμής ήταν η αξιολόγηση της ασφάλειας και της ανεκτικότητας του φαρμάκου σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια νόσο Αλτσχάιμερ, οι ερευνητές συνέλεξαν πολλαπλούς δείκτες παθολογίας του εγκεφάλου για να αξιολογήσουν εάν επηρέασε την πρόοδο της νόσου σε σύγκριση με μια εικονική ουσία. Παρόλο που η κλινική δοκιμή διήρκεσε μόλις 26 εβδομάδες, αναφέρθηκε ότι το φάρμακο κατάφερε να επιβραδύνει την πρόοδο της νόσου. Επιπλέον, η κλινική δοκιμή ανέδειξε την ασφάλεια και την καλή ανεκτικότητα του φαρμάκου. Οι ερευνητές ελπίζουν ότι το φάρμακο θα αποφέρει οφέλη στους ασθενείς, ακόμα και όταν χορηγηθεί σε προχωρημένα στάδια της νόσου. Οι υφιστάμενες θεραπείες, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα που αποσκοπούν στην απόμακρη απομάκρυνση των αμυλοειδών από τον εγκέφαλο, δεν είναι εξίσου αποτελεσματικές για τους ασθενείς που βρίσκονται στα τελευταία στάδια της νόσου, καθώς έχει ήδη προκληθεί σημαντική ζημιά στα νευρώνες. Ωστόσο, το νέο φάρμακο αυτό είναι συναρπαστικό, καθώς επιδρά άμεσα στην ικανότητα επιβίωσης των νευρώνων και προάγει την ακεραιότητα και τη συνδεσμολογία τους, όπου είναι αναγκαία η επικοινωνία μεταξύ τους. Σύμφωνα με τη νευροεπιστήμονα και συν-συγγραφέα της μελέτης, Χέιλι Σανκς, το φάρμακο αυτό έχει αποδειχθεί ότι διατηρεί ή ακόμα και ανατρέπει τη ζημιά των νευρώνων σε μοντέλα ζώων, επαναφέροντάς τους σε υγιή κατάσταση. Στην κλινική δοκιμή, που πραγματοποιήθηκε σε πέντε ευρωπαïκές χώρες και συμμετείχαν 242 άτομα με ήπια έως μέτρια νόσο Αλτσχάιμερ, παρατηρήθηκαν αλλαγές και στον βιοδείκτη φλεγμονής, ο οποίος είναι ένας βασικός παράγοντας για την κατανόηση της νόσου. Η μελέτη επεσήμανε επίσης τη συνεργασία διαφόρων ανεξάρτητων ειδικών στους τομείς της απεικόνισης του εγκεφάλου και των βιοδεικτών, καθώς και την καινοτομία της θεραπευτικής προσέγγισης που διατηρεί ήδη και επιδεινώνει την ακεραιότητα των συναπτικών συνδέσεων μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων. Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό “Nature Medicine”. ΠΗΓΗ: Medicalxpress