Η προγεννητική ψυχολογία μάς επισημαίνει ότι η εμπειρία που ζούμε μέσα στη μήτρα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη ζωή μας ως ενήλικες. Τα γεγονότα που αναγνωρίζονται κατά την περίοδο από τη σύλληψη έως τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, που επίσης ενεργοποιούνται κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής μας, διαμορφώνουν τη συμπεριφορά μας, τη σωματική μας υγεία, την ψυχική ισορροπία μας και την ποιότητα των σχέσεων που αναπτύσσουμε.
Είναι γνωστό ότι ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως το ταλέντο στη μουσική, μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά. Αυτό εξηγεί γιατί συχνά βλέπουμε οικογένειες που έχουν μουσική παράδοση να έχουν ταλέντο σε αυτό τον τομέα. Ωστόσο, η επίδραση των συνθηκών της εμφρυοσύνης είναι επίσης σημαντική και συμβαίνει σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση αφορά τη στιγμή της γονιμοποίησης, καθώς και τον γενετικό κώδικα του παιδιού. Η δεύτερη φάση περιλαμβάνει ολόκληρη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και τα πρώτα χρόνια της ζωής. Το μωρό μέσα στη μήτρα λαμβάνει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις της μητέρας του, ακόμη και τα γεγονότα που συμβαίνουν στο εξωτερικό περιβάλλον. Επηρεάζεται και διαμορφώνεται από τις ερεθίσεις που λαμβάνει η μητέρα του, τις συνήθειες της και τις προτιμήσεις της. Η μήτρα είναι το πρώτο οικολογικό περιβάλλον του μωρού και επομένως το πρώτο του σχολείο.
Οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι αντιλήψεις και η στάση της μητέρας “προγραμματίζουν” το μωρό σε συναισθηματικά, νοητικά και συμπεριφορικά πρότυπα. Ένα μωρό που εκτίθεται σε φόβο, θυμό και αγωνία, θα αντιδράσει και θα μεταφέρει αυτά τα συναισθήματα και στη δική του ζωή ως ενήλικας. Αυτό το μωρό μπορεί να είναι ντροπαλό, ευαίσθητο και μελαγχολικό. Αφενός, νιώθει ασφάλεια μέσα στη μήτρα, αλλά αφετέρου αισθάνεται τα αρνητικά συναισθήματα της μητέρας του. Έτσι, είναι πιθανό να αναπτύξει ένα υποσυνείδητο φορτίο αβεβαιότητας και άγχους σχετικά με τον εαυτό του και τη ζωή του. Από την άλλη, ένα μωρό που αισθάνεται αγάπη, ενδιαφέρον και φροντίδα από τη μητέρα του τα καθιστά ισχυρό, ασφαλές και δημιουργικό. Παράλληλα, η νόηση του παιδιού επηρεάζεται σημαντικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ειδικά κατά το τρίτο τρίμηνο, όταν ο εγκέφαλος είναι πλήρως αναπτυγμένος και λειτουργεί κανονικά. Η νευροεπιστήμη έχει αποδείξει ότι η εγκεφαλική ανάπτυξη ξεκινά από τον έβδομο μήνα της εγκυμοσύνης και ολοκληρώνεται γύρω στα 2,5-3 χρόνια. Κατά συνέπεια, η επικοινωνία και οι κατάλληλες ερεθίσεις που διαβιβάζονται στο μωρό ενισχύουν τη νοητική του ανάπτυξη. Το πώς το έμβρυο επηρεάζεται και διαμορφώνεται κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών της εγκυμοσύνης μπορεί να εξηγηθεί και να υποστηριχθεί από την ιατρική. Η μητέρα μεταφέρει πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του εξωτερικού περιβάλλοντος στο έμβρυο, ανάλογα με τον τρόπο που αυτή το αντιλαμβάνεται. Οι αντιλήψεις μας για το περιβάλλον και τα συναισθήματα που προκαλούν αυτές προκαλούν αντιδράσεις στον οργανισμό μας μέσω της απελευθέρωσης μορίων στο αίμα που επηρεάζουν τη μεταβολική συμπεριφορά μας προκειμένου να προσαρμοστούμε καλύτερα στο περιβάλλον. Αυτά τα μόρια μεταβιβάζονται και στο έμβρυο μέσω του πλακούντα. Οι σωματικές αντιδράσεις στο περιβάλλον περιλαμβάνουν το νευρικό σύστημα, τα ενδοκρινολογικά όργανα και το καρδιοαναπνευστικό και πεπτικό σύστημα. Έτσι, το μωρό διαμορφώνεται μέσα στη μήτρα και αναπτύσσει το σωματικό, συναισθηματικό, νοητικό και πνευματικό του προφίλ. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι μια ευτυχισμένη μητέρα θα αποκτήσει ένα ευτυχισμένο μωρό, ενώ μια αγχωμένη μητέρα θα έχει ένα ανήσυχο μωρό.